Στο κείμενο παρεμβάλονται φωτογραφίες της Αντιπαρακμής από τον φετινό εορτασμό (όπως κ φωτογραφίες από τα μνήματα των 3 παλικαριών)
Οι μαθητές του Αλύκου συνεχιστές της ένδοξης Ιστορίας που έγραψαν τα παλικάρια του χωριού τους
Ας αφήσουμε όμως να περιγράψει τα συγκλονιστικά γεγονότα εκείνου του Δεκέμβρη του 1990 ένας αυτόπτης μάρτυρας:
Αλύκο 11 Δεκεμβρίου 1990. Ήταν το διάλλειμα της δεύτερης ώρας του σχολείου όταν μάθαμε ότι 4 παιδιά από το Αλύκο τα σκότωσαν στα σύνορα. Πριν να χτυπήσει το κουδούνι για την τρίτη ώρα όλοι οι μαθητές βρεθήκαμε στην πλατεία του χωριού. (...)
Κατά το μεσημέρι χωρίς να γίνει κάποια συνεννόηση η να παρθεί κάποια απόφαση, οι τραγικοί γονείς μαζί με μια ομάδα ανθρώπων ξεκίνησαν με τα πόδια προς την κατεύθυνση των συνόρων,
Στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλοι.
Το Τσιφλίκι απέχει από το χωρίο περίπου δέκα ώρες με τα πόδια.
Στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλοι.
Το Τσιφλίκι απέχει από το χωρίο περίπου δέκα ώρες με τα πόδια.
Στο δημόσιο δρόμο κάτω από το Μαραφέντι, στήσαμε μπλόκο.
Σταματούσαμε κάθε αυτοκίνητο που περνούσε και το καταλαμβάναμε. Όσοι οδηγοί δεν δέχονταν να έρθουν μαζί μας, το αυτοκίνητο το οδηγούσαν δικά μας παιδιά, αφού πρώτα γεμίζαμε την καρότσα με πέτρες για τι συμπλοκή που θα ακολουθούσε.
Σταματούσαμε κάθε αυτοκίνητο που περνούσε και το καταλαμβάναμε. Όσοι οδηγοί δεν δέχονταν να έρθουν μαζί μας, το αυτοκίνητο το οδηγούσαν δικά μας παιδιά, αφού πρώτα γεμίζαμε την καρότσα με πέτρες για τι συμπλοκή που θα ακολουθούσε.
(...) Μετά τη Λιβαδειά κοντά στο Μπουγάζι, αντικρίσαμε το αυτοκίνητο που έφερε στην καρότσα τα τέσσερα πτώματα τυλιγμένα σε στρατιωτικές κουβέρτες.
Ο οδηγός τους φοβούμενος το λιντσάρισμα, παράτησε το αυτοκίνητο στη μέση του δρόμου και έτρεξε στην αντίθετη κατεύθυνση. Ίσως αυτές να ήταν και οι οδηγίες που είχε. Τις σκηνές που ακολούθησαν μπορείτε να τις φανταστείτε.
Ο οδηγός τους φοβούμενος το λιντσάρισμα, παράτησε το αυτοκίνητο στη μέση του δρόμου και έτρεξε στην αντίθετη κατεύθυνση. Ίσως αυτές να ήταν και οι οδηγίες που είχε. Τις σκηνές που ακολούθησαν μπορείτε να τις φανταστείτε.
Υπήρχε ένα δίλημμα, αν θα έπρεπε να συνεχίσουμε την πορεία προς τα σύνορα, η να συμπαρασταθούμε στους γονείς που ήθελαν να επιστρέψουν στα σπίτια, για να τιμήσουν τα νεκρά τους παιδιά. (...) Τελικά μετά και την επιμονή των γονιών επιστρέψαμε στο χωρίο.
Την άλλη μέρα στις 12 του Δεκέμβρη του 90 συνέβη κάτι το πρωτοφανές.
Περίπου 2.000 άνθρωποι από το Αλύκο και τα γύρο χωριά βρέθηκαν στην πλατεία του Αλύκου, κρατώντας στους ώμους τον Θύμιο, το Θανάση και τον Αηδόνη.
Τραγικές φιγούρες εκείνη τη μέρα δεν ήταν μόνο οι φυσικές μανάδες των τεσσάρων παιδιών, αλλά πολλές μανάδες του Βούρκου, των Ριζών, της Δρόπολης, της Χειμάρρας και άλλων περιοχών,.
Κουβαλούσαμε λοιπόν στα τρία φέρετρα όχι μόνο τα τρία παιδιά από το Αλύκο αλλά όλα τα αδικοσκοτωμένα παιδιά αυτής της βάρβαρης δικτατορίας, το Βαγγέλη Μήτρο από τη Γέρμα , το Γραβάνη από το Βαγκαλιάτι, τον Παπουτσή από τη Μάλτσανη, το Μπόρο από το Τσαούση το Σκευης από Μεσοπόταμο κ.α. (...)
Οι εντολές τους ήταν απόλυτες, σε καμία περίπτωση η διαδηλωτές να μην μπουν στην πόλη.
Το στενό της Γκιάστας ήταν το ιδανικότερο σημείο να μας σταματήσουν.
Το μπλόκο αποτελούνταν από στρατό, αστυνομία και πολίτες - ζηλωτές του καθεστώτος. Ως έσχατη λύση είχαν τοποθετήσει τανκ πιο πίσω, μπροστά στον ηλεκτρικό υποσταθμό.
500 μέτρα πριν από το μπλόκο ο τότε βουλευτής του συστήματος ελληνικής καταγωγής, Κώστας Καλόγερος μας καλούσε με ντουντούκα - στα ελληνικά παρακαλώ - να επιστρέψουμε πίσω για να μην χυθεί αίμα αδερφικό. Όχι μόνο δεν σταματήσαμε, αλλά μια ομάδα έτρεξε να τον συλλάβουν.
Την Κυριακή 12/12/2010 έγιναν κ τα αποκαλυπτήρια του πρωτοπαλίκαρου του Βούρκου και των Ριζών του θρυλικού καπετάνιου Θύμιου Λώλη.Περίπου 2.000 άνθρωποι από το Αλύκο και τα γύρο χωριά βρέθηκαν στην πλατεία του Αλύκου, κρατώντας στους ώμους τον Θύμιο, το Θανάση και τον Αηδόνη.
Τραγικές φιγούρες εκείνη τη μέρα δεν ήταν μόνο οι φυσικές μανάδες των τεσσάρων παιδιών, αλλά πολλές μανάδες του Βούρκου, των Ριζών, της Δρόπολης, της Χειμάρρας και άλλων περιοχών,.
Κουβαλούσαμε λοιπόν στα τρία φέρετρα όχι μόνο τα τρία παιδιά από το Αλύκο αλλά όλα τα αδικοσκοτωμένα παιδιά αυτής της βάρβαρης δικτατορίας, το Βαγγέλη Μήτρο από τη Γέρμα , το Γραβάνη από το Βαγκαλιάτι, τον Παπουτσή από τη Μάλτσανη, το Μπόρο από το Τσαούση το Σκευης από Μεσοπόταμο κ.α. (...)
Η πορεία από το Αλύκο προς τους Αγ. Σαράντα ήταν συγκλονιστική.
Σε κάθε χωριό που περνούσαμε εκτός των άλλων συνθημάτων που ακούγονταν, τους καλούσαμε να ενωθούν μαζί μας με το σύνθημα π.χ. «Μετόχι, Μετόχι, ενώσου με το Αλύκο».
Σε κάθε χωριό οι ίδιες σκηνές. Γυναίκες, άνδρες και νέοι άνθρωποι εντάσσονταν στην πορεία μας.
Σε κάθε χωριό που περνούσαμε εκτός των άλλων συνθημάτων που ακούγονταν, τους καλούσαμε να ενωθούν μαζί μας με το σύνθημα π.χ. «Μετόχι, Μετόχι, ενώσου με το Αλύκο».
Σε κάθε χωριό οι ίδιες σκηνές. Γυναίκες, άνδρες και νέοι άνθρωποι εντάσσονταν στην πορεία μας.
Οι εντολές τους ήταν απόλυτες, σε καμία περίπτωση η διαδηλωτές να μην μπουν στην πόλη.
Το στενό της Γκιάστας ήταν το ιδανικότερο σημείο να μας σταματήσουν.
Το μπλόκο αποτελούνταν από στρατό, αστυνομία και πολίτες - ζηλωτές του καθεστώτος. Ως έσχατη λύση είχαν τοποθετήσει τανκ πιο πίσω, μπροστά στον ηλεκτρικό υποσταθμό.
500 μέτρα πριν από το μπλόκο ο τότε βουλευτής του συστήματος ελληνικής καταγωγής, Κώστας Καλόγερος μας καλούσε με ντουντούκα - στα ελληνικά παρακαλώ - να επιστρέψουμε πίσω για να μην χυθεί αίμα αδερφικό. Όχι μόνο δεν σταματήσαμε, αλλά μια ομάδα έτρεξε να τον συλλάβουν.
Η εμπροσθοφυλακή τους ήταν στρατιώτες με κοντάρια ξύλινα.
Όταν φτάσαμε κοντά τους, τα έχασαν με τη θέα των ακάλυπτων φέρετρων μας,.
Ενώ οι αξιωματικοί τους ούρλιαζαν με ντουντούκες να μας επιτεθούν, κανένας δεν δίσταζε να σηκώσει χέρι.
Οι αστυνομικοί βλέποντας ότι τους βάλαμε μπροστά άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα.
Ακολούθησε μια μάχη με πετροπόλεμο γύρο στα 40 λεπτά.
Όταν είδαν ότι κερδίζαμε έδαφος, άρχισαν να πυροβολούν πάνω μας με πραγματικά πυρά. Τότε τραυματίστηκε σοβαρά ο Δημήτρης Μάνος.
Ακολούθησε ένας πανικός, υποχωρήσαμε,… όχι με την αίσθηση του ηττημένου, αλλά του νικητή. Το ξέραμε ότι δεν θα ρίχναμε το καθεστώς εκείνη την ημέρα, αλλά ήταν μια καλή αρχή.
Όταν φτάσαμε κοντά τους, τα έχασαν με τη θέα των ακάλυπτων φέρετρων μας,.
Ενώ οι αξιωματικοί τους ούρλιαζαν με ντουντούκες να μας επιτεθούν, κανένας δεν δίσταζε να σηκώσει χέρι.
Οι αστυνομικοί βλέποντας ότι τους βάλαμε μπροστά άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα.
Ακολούθησε μια μάχη με πετροπόλεμο γύρο στα 40 λεπτά.
Όταν είδαν ότι κερδίζαμε έδαφος, άρχισαν να πυροβολούν πάνω μας με πραγματικά πυρά. Τότε τραυματίστηκε σοβαρά ο Δημήτρης Μάνος.
Ακολούθησε ένας πανικός, υποχωρήσαμε,… όχι με την αίσθηση του ηττημένου, αλλά του νικητή. Το ξέραμε ότι δεν θα ρίχναμε το καθεστώς εκείνη την ημέρα, αλλά ήταν μια καλή αρχή.
Το πλήρες κείμενο-αφήγηση του βορειοηπειρώτη Λεωνίδα Παπά μπορείτε να διαβάσετε εδώ:
http://borioipirotis.blogspot.com/2010/12/blog-post_11.html
http://borioipirotis.blogspot.com/2010/12/blog-post_11.html
Από το φετινό μνημόσυνο για τα 4 αδικοχαμένα παλικάρια (τελέστηκε στην Αγία Βαρβάρα του Αλύκου)
Το μνημείο έγινε με έξοδα της ελληνικής Βουλής.
Προσέξτε πόσο εύκολα αλλοιώνονται οι εθνικοί αγώνες:
"12 12 1990 ΜΕΡΑ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΚΤΟΡΙΑΣ" αναγράφει ...
ενώ όλοι γνωρίζουν ότι τα παλικάρια χάθηκαν γιατί δίψασαν
να ζήσουν τη λευτεριά στην μάνα Ελλάδα
Θύμιος Λώλης:Το μνημείο έγινε με έξοδα της ελληνικής Βουλής.
Προσέξτε πόσο εύκολα αλλοιώνονται οι εθνικοί αγώνες:
"12 12 1990 ΜΕΡΑ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΚΤΟΡΙΑΣ" αναγράφει ...
ενώ όλοι γνωρίζουν ότι τα παλικάρια χάθηκαν γιατί δίψασαν
να ζήσουν τη λευτεριά στην μάνα Ελλάδα
Πολέμησε κόντρα στους Τούρκους Αγάδες, κόντρα στους Αλβανούς (πρωτεργάτης στην Αυτονομία της Β.Ηπείρου), πολέμησε στο πλάι του Παύλου Μελά για την απελευθέρωση της Μακεδονίας μας, αγωνίστηκε για ελληνικά Σχολεία στη Βόρειο Ήπειρο.
Μικρά βορειοηπειρωτόπουλα αποθέτουν λουλούδια στην προτομή του ήρωα.
Ο εγγονός του αδερφού του Θύμιου Λώλη σκιαγραφεί την προσωπικότητα και τα κατορθώματά του θρυλικού αρχηγού
Σύντομο Ιστορικό του ήρωα πολεμιστή Θύμιου Λώλη:
Ο Θύμιος Λώλης γεννήθηκε στην Κρανιά του Δελβίνου και από μικρός εμποτίστηκε με μίσος κατά των αγάδων, των τσιφλικάδων της περιοχής και όλων των εχθρών του Γένους και διάλεξε το ντουφέκι ως μοναδικό μέσο για να τους πολεμήσει.
Το 1904 ο επίσης θρυλικός αρχηγός της Χειμάρρας Σπυρομίλιος τον έστειλε στη Μακεδονία υπό τας διαταγάς του ωσαύτως θρυλικού Ηπειρώτη αρχηγού Παύλου Μελά, όπου επολέμησε γενναία.
'Υστερα γύρισε στην πατρίδα του και οργάνωσε αντάρτικο σώμα δικό του, το οποίο συνεργάσθη το 1912 με τον αείμνηστο Αργυροκαστρίτη οπλαρχηγό Ιωάννη Πουτέτση. Μετά το φόνο του Πουτέτση στην Τσούκα της επαρχίας Δελβίνου, ο Θύμιος συνέχισε τους αγώνες του πολεμώντας και τους Τούρκους και τα άτακτα στίφη των αλβανικών συμμοριών, που εμφανίστηκαν τότε με την κήρυξην του πολέμου, για να τρομοκρατήσουν τον ελληνικό πλυθησμό και να ιδρύσουν την Αλβανία.
Το 1914 με την κήρυξη της Επαναστάσεως του Βορειοηπειρωτικού λαού εναντίον των ισχυρών της γης για την άδικη απόφαση τους, ο καπετάν Θύμιος από τους πρώτους προσεχώρησε σ' αυτήν.
Πολέμησε γενναία σε όλες τις μάχες, προκαλέσας τον θαυμασμόν δια την τόλμη του, την ευκινησίαν του και την καταπληκτική σκοπευτική του ικανότητα.
Μετέπειτα όταν η Βόρειος Ήπειρος επεδικάσθη στους Αλβανούς, ο καπετάν Θύμιος σε όλους τους αγώνες του εκεί Ελληνισμού έδινε το παρόν.
Το 1934 κατά την απεργία των κατοίκων για τα σχολεία, ο Θύμιος με τους άλλους ηγέτες του εκεί Ελληνισμού εξωρίσθη. Και κατά τον πόλεμο του 1940 ο Θύμιος Λώλης πρώτος στον αγώνα.
Το 1941 ήρθε στην Αθήνα ως πρόσφυγας. Μα οι Αλβανοί που αποτελούσαν τη θλιβερή συνοδεία των Ιταλών, τον συνέλαβαν, τον μετέφεραν στα Τίρανα και τον καταδίκασαν διότι κατά τον πόλεμο βοήθησε τον Ελληνικό Στρατό.
Τον άφησαν αργότερα, αλλά ο καπετάν Θύμιος δεν ησύχασε. Οργάνωσε σώμα από 500 περίπου Βουρκάρηδες και πολεμούσε κατά των Ιταλών, Γερμανών και Αλβανών. Οι Αλβανοί όμως δεξιοί και αριστεροί τον κυνήγησαν και το 1944 κατέφυγε με λίγα παλληκάρια στις ομάδες του Ζέρβα.
Ήρθε στην Αθήνα ζώντας πάντοτε με τον καημό πως θα γυρίσει πίσω στον τόπο του, αλλά πέθανε πικραμένος που δεν πραγματοποιήθηκε ο πόθος του.
Πηγή του Ιστορικού: http://www.neb.gr/forum/viewtopic.php?f=21&t=2993
Φωτογραφίες από τον εορτασμό: Ιστολόγιο Αντιπαρακμή
Ο εγγονός του αδερφού του Θύμιου Λώλη σκιαγραφεί την προσωπικότητα και τα κατορθώματά του θρυλικού αρχηγού
Σύντομο Ιστορικό του ήρωα πολεμιστή Θύμιου Λώλη:
Ο Θύμιος Λώλης γεννήθηκε στην Κρανιά του Δελβίνου και από μικρός εμποτίστηκε με μίσος κατά των αγάδων, των τσιφλικάδων της περιοχής και όλων των εχθρών του Γένους και διάλεξε το ντουφέκι ως μοναδικό μέσο για να τους πολεμήσει.
Το 1904 ο επίσης θρυλικός αρχηγός της Χειμάρρας Σπυρομίλιος τον έστειλε στη Μακεδονία υπό τας διαταγάς του ωσαύτως θρυλικού Ηπειρώτη αρχηγού Παύλου Μελά, όπου επολέμησε γενναία.
'Υστερα γύρισε στην πατρίδα του και οργάνωσε αντάρτικο σώμα δικό του, το οποίο συνεργάσθη το 1912 με τον αείμνηστο Αργυροκαστρίτη οπλαρχηγό Ιωάννη Πουτέτση. Μετά το φόνο του Πουτέτση στην Τσούκα της επαρχίας Δελβίνου, ο Θύμιος συνέχισε τους αγώνες του πολεμώντας και τους Τούρκους και τα άτακτα στίφη των αλβανικών συμμοριών, που εμφανίστηκαν τότε με την κήρυξην του πολέμου, για να τρομοκρατήσουν τον ελληνικό πλυθησμό και να ιδρύσουν την Αλβανία.
Το 1914 με την κήρυξη της Επαναστάσεως του Βορειοηπειρωτικού λαού εναντίον των ισχυρών της γης για την άδικη απόφαση τους, ο καπετάν Θύμιος από τους πρώτους προσεχώρησε σ' αυτήν.
Πολέμησε γενναία σε όλες τις μάχες, προκαλέσας τον θαυμασμόν δια την τόλμη του, την ευκινησίαν του και την καταπληκτική σκοπευτική του ικανότητα.
Μετέπειτα όταν η Βόρειος Ήπειρος επεδικάσθη στους Αλβανούς, ο καπετάν Θύμιος σε όλους τους αγώνες του εκεί Ελληνισμού έδινε το παρόν.
Το 1934 κατά την απεργία των κατοίκων για τα σχολεία, ο Θύμιος με τους άλλους ηγέτες του εκεί Ελληνισμού εξωρίσθη. Και κατά τον πόλεμο του 1940 ο Θύμιος Λώλης πρώτος στον αγώνα.
Το 1941 ήρθε στην Αθήνα ως πρόσφυγας. Μα οι Αλβανοί που αποτελούσαν τη θλιβερή συνοδεία των Ιταλών, τον συνέλαβαν, τον μετέφεραν στα Τίρανα και τον καταδίκασαν διότι κατά τον πόλεμο βοήθησε τον Ελληνικό Στρατό.
Τον άφησαν αργότερα, αλλά ο καπετάν Θύμιος δεν ησύχασε. Οργάνωσε σώμα από 500 περίπου Βουρκάρηδες και πολεμούσε κατά των Ιταλών, Γερμανών και Αλβανών. Οι Αλβανοί όμως δεξιοί και αριστεροί τον κυνήγησαν και το 1944 κατέφυγε με λίγα παλληκάρια στις ομάδες του Ζέρβα.
Ήρθε στην Αθήνα ζώντας πάντοτε με τον καημό πως θα γυρίσει πίσω στον τόπο του, αλλά πέθανε πικραμένος που δεν πραγματοποιήθηκε ο πόθος του.
Πηγή του Ιστορικού: http://www.neb.gr/forum/viewtopic.php?f=21&t=2993
Φωτογραφίες από τον εορτασμό: Ιστολόγιο Αντιπαρακμή
Μία εξαιρετική περιγραφή της "δράσης" στο χώρο της Β.Ηπείρου μπορείτε να διαβάσετε και εδώ:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://elkosmos.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=6347:2010-12-18-10-37-38&catid=100:2008-10-17-07-36-05&Itemid=302
Δείτε επίσης κ εδώ:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.sfeva.gr/61CD0F60.el.aspx